- κετόνες
- Ομάδα οργανικών ενώσεων με τον γενικό χημικό τύπο:

Oι κ. περιέχουν στο μόριό τους μια χαρακτηριστική ομάδα που αποτελείται από ένα άτομο άνθρακα ενωμένο με έναν διπλό δεσμό με ένα άτομο οξυγόνου. Η ομάδα αυτή ονομάζεται καρβονύλιο (C = Ο) και είναι ενωμένη με δύο υδρογονανθρακικές ρίζες, όμοιες ή διαφορετικές μεταξύ τους (R και R’). Όταν οι δύο ρίζες είναι όμοιες, έχουμε τις απλές κ., ενώ όταν είναι διαφορετικές έχουμε τις μεικτές κ. Ανάλογα με το είδος της ρίζας διακρίνουμε τις αλειφατικέςκ., όταν οι ρίζες είναι αλκύλια, τις αρωματικές, όταν οι ρίζες είναιαρυλ-υδρογονάνθρακες και τις κυκλικές, στην περίπτωση που το καρβονύλιο αποτελεί μέρος ενός δακτυλίου.
Σύμφωνα με τους κοινούς κανόνες ονοματολογίας, οι κ. παίρνουν την ονομασία τους από τις ονομασίες των υδρογονανθρακικών ριζών που είναι ενωμένες με το καρβονύλιο, ακολουθούμενο από τη λέξη κετόνη· ωστόσο ορισμένες από αυτές είναι περισσότερο γνωστές με εμπειρικές ονομασίες. Για παράδειγμα, η επιστημονική ονομασία της ακετόνης (CH3COCH3) είναι διμεθυλο-κετόνη, γιατί περιέχει δύο μεθυλικές ρίζες στο μόριό της. Τέλος, η IUPAC χρησιμοποιεί την ονομασία της μεγαλύτερης αλυσίδας στο μόριο της κ., ακολουθούμενο από την κατάληξη -όνη, ενώ προηγείται ένας αριθμός που υποδεικνύει τη θέση της κετονομάδας στο μόριο· έτσι, η ακετόνη σύμφωνα με τους κανόνες της IUPAC ονομάζεται προπανόνη.
Μερικές κ., όπως η ακετόνη, βρίσκονται στη φύση. Επιπλέον, παρασκευάζονται στο εργαστήριο, αν οξειδωθούν μέτρια και κατά στάδια οι δευτεροταγείς αλκοόλες [RCH2(OH)R’]· οι ενώσεις αυτές χάνουν δύο άτομα υδρογόνου, όταν έρθουν σε επαφή με oξειδωτικές ουσίες και έτσι μετατρέπονται σε κ. Τέλος, για τις ενώσεις αυτές είναι γνωστές διάφορες άλλες βιομηχανικές συνθέσεις, οι οποίες ξεκινούν πάντοτε από πιο απλές ουσίες. Οι κ., γενικά, αποτελούν σημαντικές ενδιάμεσες ενώσεις στη σύνθεση οργανικών ενώσεων. Οι μεικτές αρωματικές και αλειφατικές κ., που αναφέρονται χαρακτηριστικά ως αλκυλ-αρυλ-κετόνες, είναι ενδιάμεσα προϊόντα πολύ σημαντικά, από βιομηχανικής άποψης, και παρασκευάζονται με τη μέθοδο σύνθεσης των Φριντέλ και Κραφτς από ακυλοχλωρίδια και βενζολικά παράγωγα.
Οι χαμηλού μοριακού βάρους κ. είναι υγρές, ενώ οι υπόλοιπες είναι στερεές· οι πρώτες είναι διαλυτές στο νερό, ωστόσο η διαλυτότητα μειώνεται μέσα στην ομάδα, καθώς αυξάνει το μοριακό βάρος. Όλες οι κ. έχουν χαρακτηριστικές οσμές και έτσι διακρίνονται εύκολα. Μερικές μυρίζουν δυσάρεστα, ενώ άλλες έχουν οσμή ανθών. Για τον λόγο αυτό, διάφορες από αυτές χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία αρωμάτων και γεύσεων.
Οι κ. έχουν ορισμένες κοινές ιδιότητες με τις αλδεΰδες, ωστόσο είναι λιγότερο δραστικές από αυτές. Επιπλέον, οι μεθυλοκετόνες είναι περισσότερο δραστικές σε σχέση με τις μεγαλύτερες κ. Η πιο κοινή αντίδρασή τους είναι οι αντιδράσεις προσθήκης στον διπλό δεσμό του καρβονυλίου. Για παράδειγμα, είναι ικανές να προσλάβουν το υδρογόνο που αποβάλλεται κατά τον σχηματισμό τους και να ξανασχηματίσουν τις δευτεροταγείς αλκοόλες, από τις οποίες έχουν παραχθεί. Με το υδροκυάνιο σχηματίζουν ενώσεις προσθήκης, που λέγονται κετοκυανυδρίνες, και ανάλογα με τις αλδεΰδες, δίνουν αντιδράσεις προσθήκης ακόμα και με άλλες αζωτούχες ενώσεις, όπως η αμμωνία, η υδροξυλαμίνη, η υδραζίνη κλπ. Μόνο ένας ορισμένος αριθμός κ. δίνει, όπως και οι αλδεΰδες, διθειούχες ενώσεις. Διαφέρουν ωστόσο από τις αλδεΰδες στη μεγαλύτερη δυσκολία τους να δώσουν προϊόντα πολυμερισμού και στη συμπεριφορά τους με ενεργά οξειδωτικά. Στην περίπτωση αυτή, το μόριό τους διασπάται στη θέση του καρβονυλίου και προκύπτουν δύο ή περισσότερα οξέα, με αριθμό ατόμων άνθρακα μικρότερο από τον αριθμό της αρχικής κ.
Μερικές ουσίες εμφανίζουν στο μόριό τους δύο καρβονυλικές ομάδες και έτσι ονομάζονται δικετόνες. Διακρίνονται ανάλογα με την αμοιβαία θέση των καρβονυλίων σε α, β και γ δικετόνες, αντίστοιχα, αν τα καρβονύλια είναι γειτονικά ή χωρίζονται με ένα ή δύο άτομα άνθρακα.
Οι κ. χρησιμοποιούνται ως διαλύτες στη βιομηχανία των ελαστικών και σε αυτές που παρασκευάζουν πλαστικές ύλες, τεχνητές ίνες που μπορούν να υφανθούν, δέρματα και λίπη.
Άλλες κ., πιο σημαντικές για τη βιομηχανία, εκτός από την ακετόνη είναι η μεθυλαιθυλκετόνη και η μεθυλισοβουτυλκετόνη, δύο διαλύτες με πρωτεύουσα σημασία.
* * *οιχημ. ονομασία οργανικών ενώσεων που μπορεί να θεωρηθεί ότι προέρχονται από τους υδρογονάνθρακες με υποκατάσταση μιας ομάδας μεθυλενίου από ρίζα καρβονυλίου.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. ketone < γερμ. keton, παραφθορά τού επίσης γερμ. azeton].
Dictionary of Greek. 2013.